Τα πρώτα βήματα της εκπαίδευσης τον 19ο αιώνα σε Λυγουριό και Επίδαυρο.

Του Αντώνη Ξυπολιά.
Δώδεκα δικαιοπρακτικά έγγραφα του Λυγουριού έχουν γραφτεί με φτερό χήνας και μελάνι από ντόπιους και ιδιαίτερα ιερείς του χωριού, την περίοδο 1745-1821. Εκατοντάδες επίσης έγγραφα της επαναστατικής περιόδου με πολεμικές αναφορές, διαμαρτυρίες,διεκδικήσεις,απόψεις έχουν συνταχθεί από κατοίκους του χωριού. 

Είναι τεκμήρια που μαρτυρούν ότι κάποιοι από τους κατοίκους είχαν διδαχτεί την γραφή και ανάγνωση τα δύσκολα εκείνα χρόνια της δουλείας.

Οι πηγές τις ιστορίας μαρτυρούν ότι τότε κατά τόπους σε μοναστήρια και εκκλησίες είχαν λειτουργήσει ως παιδευτικά κέντρα της εποχής, όπου μαθητές μάθαιναν το ‘’οχταήχι’’ ,το ‘’Ψαλτήρι’’ , τα κοινά γράμματα .

Αλλά και δάσκαλοι, ιδιαίτερα ιερομόναχοι, μετά από πρόσκληση τοπικών κοινωνιών δίδασκαν τα κοινά γράμματα, την προκαταρκτική δηλαδή και δημώδη αγωγή από την οποία μπορούσε κάποιος να μάθει να διαβάζει, να γράφει, να λογαριάζει.

Στις Σπέτσες δίδασκε αρχές του 19ου αι. τα κοινά γράμματα ο ‘’ εκ Λιγουρίου ιερομόναχος Γρηγόριος ό και εν Κρανιδίω διδάξας τω 1804’’.Ο Λυγουριάτης γέρο Γρηγόριος‘’ο περί τα γραμματικά ικανός ’’ δίδαξε στην συνέχεια και στα Ψαρά.

Στο Λυγουριό λειτούργησε την δεύτερη δεκαετία του 1800 ένα μικρό υπαίθριο σχολείο. Ο Γάλλος περιηγητής A.F.Didot που περιπλανήθηκε στις δύο τότε γειτονιές του χωριού περιέγραφε ότι οι μαθητές καθισμένοι σε πέτρες ,κάτω από τον ίσκιο ενός δένδρου, συμμετείχαν στο μάθημα, όπου ένας μαθητής διάβαζε μεγαλόφωνα μία φράση, την οποία επαναλάμβαναν οι συμμαθητές του σαν ψαλμωδία και αυτό έδινε την δυνατότητα στον δάσκαλο να τους διορθώνει’’….

Αυτός ο τρόπος διδασκαλίας, ήταν η λεγόμενη αλληλοδιδακτική μέθοδος όπου υπό την παρουσία ενός δασκάλου οι πρωτόσχολοι δίδασκαν τους μικρότερους μαθητές γραφή , ανάγνωση και η αριθμητική.

Για την γραφή χρησιμοποιούσαν ένα ξύλινο πρόχειρο οριζόντιο πλαίσιο, το οποίο γέμιζαν με άμμο και κάθε μαθητής μάθαινε να γράφει με το δάκτυλο τα είκοσι τέσσερα γράμματα και τους δέκα αριθμούς. Για την ανάγνωση χρησιμοποιούσαν πρόχειρους αναρτημένους πίνακες ,όπου έγραφαν γράμματα ,συλλαβές ,λέξεις τις οποίες ο μαθητής έπρεπε να διαβάσει.

Σε κάποιες πόλεις λειτουργούσαν όμως και ανώτερα σχολεία, τα λεγόμενα’’ ελληνικά’’ όπου εκεί οι μαθητές παρακολουθούσαν και στοιχειώδη μαθήματα αριθμητικής, γεωμετρίας, τριγωνομετρίας, αλλά και αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, ενώ στην συνέχεια προστέθηκε και η ιχνογραφία ως πρακτική γεωμετρία .

Εύπορες οικογένειες προσκαλούσουν δασκάλους , οι οποίοι αναλάμβαναν να διδάξουν στα παιδιά τους τα ανώτερα μαθήματα. Ελληνικά σχολεία λειτούργησαν αρχές του 1800 σε Άργος,Ύδρα,Πόρο, Κρανίδι ,Κόρινθο[όπου δίδασκε ο διάκονας Ιωσάφ Βυζάντιος]. Στο Άργος λειτούργησε αρχικά γύρω στο 1790 σχολείο στην Μονή Παναγίας της Κατακεκρυμμένης και στην συνέχεια στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη. Η Μονή Κατακεκρυμμένης δύο μήνες πριν την Επανάσταση χρησιμοποιείτο ως χώρος συγκέντρωσης όπλων, αγαθών και τροφών εις ‘’χρείαν του Εθνους’’ ,όπως πιστοποιεί έγγραφο του υπεύθυνου εκεί της μυστικής αυτής διαχείρισης Αναγνώστη Αναστασόπουλου από το Λυγουριό ,[το τεκμήριο σώζεται στο Αρχείο της Βουλής].

Ύστερα ξέσπασε η επανάσταση και οι περισσότερες σχολικές υποδομές διαλύθηκαν.

ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Την 16 Μαρτίου του 1822 η Πελοποννησιακή Γερουσία, ο πρώτος οργανισμός διοίκηση των επαναστατημένων Ελλήνων,αναφέρθηκε στην ανάγκη δημιουργίας σχολείων στα οποία πρότεινε να εφαρμοστεί η μέθοδο της αλληλοδιδακτικής διδασκαλίας . Εκπρόσωπος της επαρχίας Ναυπλίου στην Π.Γ. ήταν τότε ο Γερουσιαστής Αναγνώστης Αναστασόπουλος.Την επομένη μάλιστα το σώμα ψήφισε έξη μέλη της ,[τους Γρ.Δικαίο, Α.Ζαφειρόπουλο.Α.Ζέρβα,Ι.Οικονομίδη,Χ.Άχολο,Π.Καλογερά και Αν.Αναστασόπουλο] ‘’για υπουργούς της Οικονομίας’’ .

Την περίοδο 1822-25 άνοιξαν κάποιες σχολές σε Άργος,Ναύπλιο,αλλά και σε κάποια χωριά με πρωτοβουλία των κατοίκων, όμως έκλειναν σε λίγο χρόνο από τις επικρατούσες πολεμικές συνθήκες και τις οικονομικές δυσκολίες.Προτάσεις για την εκμετάλλευση των εσόδων από την λειτουργία εθνικών μύλων, ή την καλλιέργεια εθνικών αμπελιών τοπικά και την κάλυψη των μισθών δασκάλων δεν υλοποιήθηκαν για διαφορετικούς λόγους . Οι ελπίδες στράφηκαν στα τοπικά μοναστήρια για να συνεισφέρουν στα σχολικά έξοδα .

Στην Μονή Ταξιαρχών Επιδαύρου το 1824 ο παπα Νεόφυτος που είχε διοριστεί ως επιτροπικός της Μονής από το Άγιο όρος ,διεκδίκησε την ηγουμενία από τον Σιναϊτη Αγαθάγγελο.Η Μονή είχε υπαχθεί στην Μονή Σινά το 1815 λόγω χρέους 15736 γρόσια Οι δύο υποψήφιοι διέδωσαν στους δημογέροντες των γύρω χωριών ότι θα βοηθούσαν στην δημιουργία σχολείου για τον φωτισμό της τοπικής νεολαίας. Δύο χρόνια μετά οι πρόκριτοι και κάτοικοι της Νέας Επιδαύρου ζήτησαν την βοήθεια της Διοίκησης για δημιουργία σχολείου.Στην Γ Εθνική Συνέλευση -Απρίλιος του 1826- αποφασίστηκε αφενός να προσφερθεί στην τοπική κοινωνία της Νέας Επιδαύρου η εθνική κατοικία που φιλοξένησε τις συνεδριάσεις της, που θα χρησιμοποιούσαν για αλληλοδιδακτικό και Ελληνικό Σχολείο και αφετέρου τα εισοδήματα των εθνικών κτημάτων της Νέας Επιδαύρου να δίδονται κάθε χρόνο σε μισθούς των δασκάλων.

Οι υποσχέσεις όμως της χρηματοδότησης του σχολείου από την Διοίκηση δεν υλοποιήθηκαν και οι κάτοικοι αποφάσισαν να το λειτουργήσουν με δικά τους χρήματα Προσέλαβαν τον δάσκαλο Κωνσταντίνο Μανουήλ με 1500 γρόσια τον χρόνο που πλήρωναν οι γονείς εικοσιπέντε μαθητών του Ελληνικού σχολείου Επιδαύρου. Υπήρχαν όμως και άλλοι νέοι χωρίς πόρους και παρακολουθούσαν μόνο τα κοινά γράμματα.

Από το σχολείο αποφοίτησαν μαθητές που στην συνέχεια έγιναν δάσκαλοι [Κ.Παύλου, Δ.Ελευθερίου],όμως το 1829 το σχολείο έκλεισε για οικονομικούς λόγους.

Το ίδιο πρόβλημα ήταν γενικό, αφού οι δάσκαλοι έμεναν απλήρωτοι στην πλειονότητα των σχολείων και χωρίς άλλο πόρο διαβίωσης, ζούσαν σε δύσκολες συνθήκες.

Συχνά πολλοί νέοι μετά τις σπουδές κατέληγαν μοναχοί σε μοναστήρια ,όπως ο Αγάπιος Αναγνωστόπουλος στην Μονή Αυγού,ο Λυγουριάτης Δοσίθεος Τυροβολάς-Αίσωπος στην μονή Καρακαλά κλπ. Ο Δοσίθεος μάλιστα προτάθηκε στην συνέχεια από τον Υπουργό Παιδείας ως γραμματέας των μοναστηριών Αργολίδος.

Αλλά και τα μοναστήρια της περιοχής είχαν προβλήματα που καθιστούσαν δύσκολη την συνεισφορά τους στην λειτουργία τοπικών σχολείων .

Η Μονή Καλαμίου Αδαμιού είχε συσσωρευμένα χρέη 3266 γρ.την περίοδο 1824 -28

Στην φτωχή επίσης Μονή Αγίου Μερκουρίου η συμμετοχή του ηγούμενου Φλαβιανού στην είσπραξη των τοπικών προσόδων με τον Συν/χη Μόστρα [κατά 25%] δημιούργησε τοπικά αντιπαλότητες που εξελίχτηκαν σε δυσάρεστα κοινωνικά προβλήματα .Το 1830 με εντολή του Καποδίστρια ο Φλαβιανός μετακινήθηκε στην Μονή Ευαγγελίστριας Σκιάθου.Εκεί εξορίστηκε μετά με διαταγή του Όθωνα ο κορυφαίος Νεοέλληνας διαφωτιστής Θεόφιλος Καϊρης .

Στην μονή του Αγίου Δημητρίου Καρακαλά η Διοίκηση διέταξε το καλοκαίρι του 1827 την αντικατάσταση του ηγούμενου Διονύσιου με τον Επίσκοπο Ευγένιο Κομάνων για να οικονομήσει έσοδα και για την εκπαίδευση της Νεολαίας της περιοχής.Όμως η αντίδραση των προκρίτων και κατοίκων της περιοχής ακύρωσε τον διορισμό .

Ο νέος ηγούμενος Αμφιλόχιος βρέθηκε μετά από σαράντα πέντε ημέρες νεκρός και συνέχεια διορίστηκε ο Ιωσάφ Βυζάντιος, ο απόστολος της Φιλικής Εταιρείας ,με μεγάλη αγωνιστική δράση και εμπειρία στην εκπαίδευση και είχε διατελέσει και Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας. Αυτή η προσωπικότητα των γραμμάτων λίγο διάστημα μετά υποχρεώθηκε να φύγει πικραμένος ,γιατί κατηγορήθηκε ως υπεύθυνος σε περίεργες υπεξαιρέσεις και ατασθαλίες στις παραγωγές προϊόντων του μοναστηριού Ο ίδιος σε μακροσκελή του αναφορά περιέγραφε την απέραντη πικρία

του. Αντίθετα όμως από τις συνθήκες που επικρατούσαν στην περιοχή τα μοναστήρια της επαρχίας Ερμιονίδος προσέφεραν πολλά στην λειτουργία των σχολείων σε Κρανίδι, Ερμιόνη, και στα Δίδυμα,όπου μαθήτευαν και τρία παιδιά από το Λυγουριό.Ενώ στο Σοφικό ο επίσκοπος Δαμαλά Ιωνάς έδωσε το σπίτι του για να γίνει σχολείο.

ΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ

Στον προϋπολογισμό του Δήμου Επιδαύρου το 1839 προβλέφθηκε η σύσταση σχολείου το ποσό 800 δραχμές για αντιμισθία δασκάλου και 100 δραχμές για το ενοίκιο σχολείου στην Νέα Επίδαυρο και προσελήφθηκε δάσκαλος ο Α.Ηλιάδης. Όμως στους προϋπολογισμούς του 1840 και 1841 δεν προβλέφτηκε ρητά κεφάλαιο μισθοδοσίας του δασκάλου, ούτε εκδόθηκε ένταλμα πληρωμής του, ενώ την ίδια περίοδο ,με το ΦΕΚ Δεκεμβρίου 1840, συγχωνεύτηκαν ο Δήμος Λήσσης με τον Δήμο Επιδαύρου.

Ο πρώτος δήμαρχος του νέου δήμου Επιδαύρου Δημήτρης παπα Θανάση Καλούδης απευθύνθηκε στο υπουργείο των Εκκλησιαστικών και Παιδείας και περιέγραφε την άθλια κατάσταση του σχολείου και πρότεινε να εισπραχθεί για τρία τουλάχιστον χρόνια η ατέλεια των προϊόντων του δήμου -που είχε εγκρίνει η Α Εθνική Συνέλευση- και τα χρήματα αυτά να δοθούν στην λειτουργία του σχολείου.΄

Η πρόταση δεν εγκρίθηκε και το σχολείο συνέχιζε να υπολειτουργεί. Ο δάσκαλος για μήνες ήταν απλήρωτος και περιέγραφε στα αρμόδια όργανα ότι ο Δήμος αδιαφορούσε για το σχολείο το οποίο παρακολουθούσαν μόνο οχτώ μαθητές και ότι το ‘’..δημοτικό σχολείο δεν ύπάρχει είμί έν γουρνοκάλυβον είς την άκρην του χωρίου προς το δυτικόν μἐρος έν τώ μέσω τινός δημοσίου ,ένθα συναθροίζονται όλοι οί χοίροι του χωρίου,προς άνησυχίαν του σχολείου ,με το να ρίπτωσιν πλησίον οί χωρικοί τάς κοπριάς και τά έλαιοκόκκια’’

Ο δημαρχιακός πάρεδρος που είχε πρωτοστατήσει στην δημιουργία σχολείου το 1839 κατηγορούσε τώρα τον δάσκαλο ότι παραμελούσε τα καθήκοντά του και ότι διέσπειρε στους κατοίκους δόλιες συμβουλές για την δημοτική αρχή. Ο ξαφνικός επίσης θάνατος του 10χρονου γιού του στο σχολείο ,όξυνε το πρόβλημα .Ο πάρεδρος απευθύνθηκε στο υπουργείο καταγγέλλοντας τον δάσκαλο ότι ήταν υπεύθυνος για τον χαμό του παιδιού του’’διότι τον καταράστηκαν οι δημότες δια την σύσταση του σχολείου…’’.

Με την συμπαράσταση φίλων και συγγενών προσκάλεσε τον δάσκαλο Α.Παγίδα και ξεκίνησε άλλο σχολείο. Το σχολείο μέσω αρνητικών αντιλήψεων έγινε και πεδίο αντιπαράθεσης και μεταξύ μελών της δημοτικής αρχής και μετά από δημοτικές εκλογές και οι φίλοι της αντιπολίτευσης δεν έστελναν τα παιδιά τους στο σχολείο.

Μετά την φυγή του δάσκαλου Ηλιάδη το σχολείο έπαυσε να λειτουργεί για μεγάλο διάστημα .Αλλά και συνέχεια και οι επόμενοι δάσκαλοι Π.Σωτηρόπουλος από τον Ορχομενό και Κ.Δημητριάδης έμεναν για μεγάλο χρονικό διάστημα απλήρωτοι έγραφαν δεκάδες αναφορές στο υπουργείο ,όπου μεταξύ των άλλων σημείωναν :’η σχολή είναι οίκημα εις το οποίο πρέπει να εισέρχονται χοίροι και τα παρόμοια…’’

Στον Προϋπολογισμό του 1846 του Δήμου προϋπολογίσθηκε ποσό 600 δρχ για την λειτουργία του σχολείου στην Νέα Επίδαυρο, 300 δρχ. για ανέγερση δημοτικού σχολείου 120 δρχ για συντήρηση του υπάρχοντος υλικού στο σχολείο αλλά και 600 δρχ. για δημιουργία δημοτικού σχολείου και στο Λυγουριό,ενώ προβλέφτηκε αύξηση 15%του δημοτικού φόρου στα ποιμενικά ζώα,για την κάλυψη των σχολικών εξόδων.

Όμως τα σχολεία δεν κατασκευάστηκαν και το 1872 στις βουλευτικές εκλογές ,ο δήμαρχος Λήσσης μετέφερε με προσωπική απόφαση το σχολείο από το σπίτι του πολιτικού του αντιπάλου παπα Βασίλη Τόλια,στο σπίτι του’’ήμέτερου Γιώργη Σκοτώρη’’ για ψηφοθηριακούς λόγους, αλλά αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει μετά την αντίδραση της Νομαρχίας.

Η λειτουργία του σχολείου όμως και στο Λυγουριό ήταν περιοδική .Σε μια περιγραφή των συνθηκών τον Ιούλιο 1881 αναφέρεται ότι στο ίδιο σπίτι όπου στεγαζόταν το σχολείο,διέμενε και ο αρχαιολόγος Παναγής Καββαδίας και όταν έγινε γνωστή η επικείμενη άφιξη του φίλου του και διευθυντή της εκπαίδευσης της επικράτειας Πετρίδη, μαζεύτηκαν οι μαθητές από τα χωράφια για να φανεί ότι το σχολείο λειτουργούσε.

Υπό αυτές τις συνθήκες μαρτυρούνται τα πρώτα βήματα της παιδείας σε Επίδαυρο και Λυγουριό τον 19ον αιώνα .Καταγράφονται όμως και κωμικοτραγικά γεγονότα ,όπως περιέγραφε η εφημερίδα ‘’ΠΡΟΟΔΟΣ’’ της 6 Ιουλίου 1885 :

‘’Εξ Επιδαύρου έφυγε νύκτωρ ο διδάσκαλος του ελληνικού σχολείου και αυτόν ηκολούθησεν και ο του δημοτικού μεινάντων ούτω ερήμων των σχολείων….Είς των εν Επιδαύρω κομματαρχών του νυν ισχύοντος κόμματος εζήτησεν παρα του ελληνοδιδασκάλου να δώση πιστοποιητικόν εις τον αδελφόν του ότι ήκουσε μαθήματα σχολαρχείου όπως ούτως αποκτήση προσόν να διορισθή εισπράκτωρ, του διδασκάλου αρνηθέντος να βεβαιώση τοιούτον ψευδές γεγονός εμελετήθη η ακραία εκδίκησις ήτις και εξετελέσθη ταχέως.Μετα δύο εσπέρας μετέβη ο καμματαρχίσκος αδελφός μετα δύο φίλων του εν ώρα νυκτός εις τον οίκον του διδασκάλου και τον έδειραν τούτον ανηλεώς μόλις σωθέντα δια της φυγής γυμνόν και ανυπόδητον.Μη αρκεσθέντος δε ηπείλουν να φονεύσωσιν αυτόν όστις προϊδεών ότι και τούτο ηδύνατο να εκτελεσθή έφυγεν είς Αθήνας….Τα αυτά περίπου έπαθε και ο δημοδιδάσκαλος.’’